Ο Ι. Ν. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος

Ο ναός της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, η Αγιά-Σωτήρα των κατοίκων, βρίσκεται σε ένα όμορφο λιβάδι, μέσα σε καγκελόφραχτο κλειστό περίβολο, καθόσον προστατεύεται από την αρχαιολογική υπηρεσία. Πρόκειται για ένα εξαίρετο ναό του 10ου αιώνα, από τους παλαιότερους της Αττικής, ο οποίος αποτελεί ένα αριστούργημα της βυζαντινής εκκλησιαστικής τέχνης.

Παρασκευή 22 Φεβρουαρίου 2019

Εις Μνήμη...



Το παρόν αφιερώνεται αντί μνημοσύνου στους αξέχαστους συντοπίτες μας, που λίγο πριν την έξοδό τους από τη ζωή, είχαν την ευγενή καλοσύνη να μας ενημερώσουν για τα συμβάντα, όπως τα έζησαν, στο Κορωπί στις 8 και 9 Οκτωβρίου 1944 . 

Οι άνθρωποι αυτοί με χαμόγελο και περίσσια ψυχική διάθεση, μας υποδέχθηκαν στο σπιτικό τους και μας φίλεψαν με ότι καλύτερο είχαν εκείνη τη στιγμή, κοντά στο τζάκι, έτσι όπως συνηθίζεται από παλιά στο τόπο μας. 

Εκείνο, που μας προξένησε μεγάλη εντύπωση, ήταν η δύναμη ψυχής ορισμένων, που είχαν τη θλιβερή ατυχία να απωλέσουν προσφιλή τους πρόσωπα και μάλιστα παιδιά τους. Σε καμμία περίπτωση δεν έδωσαν την παραμικρή αφορμή για οίκτο στη μεγάλη τους δυστυχία, αλλά με το χαμόγελο στα χείλη, μας υποδέχθηκαν. 

Προσωπικά επισκέφθηκα με τον Θανάση Πουλάκη τους πέντε πρώτους. Στη συνέχεια ο Θανάσης επισκέφθηκε και έλαβε μαρτυρίες από τους δύο τελευταίους λόγω δικού μου κωλύματος. Η συγκίνησή μας ήταν μεγάλη, διότι είχαμε να τους συναντήσουμε αρκετά χρόνια. Τους είχαμε γνωρίσει νέους και δραστήριους οικογενειάρχες. Τώρα είχαμε μπροστά μας σεβάσμιους ηλικιωμένους με χαμόγελο και ηρεμία, με πλήρη διαύγεια πνεύματος και εξαιρετική μνήμη. 

Και η στάση τους μας θύμισε τον έμμετρο λόγο ενός πολύ αξιόλογου συντοπίτη μας :
 «......του διάβα της ζωής τα βήματά σου, που βαθιά είναι χωνιασμένα, περασμένα, όχι όμως ξεχασμένα......» 




Δημήτρης Χατζησιδέρης 

Αναφέρομαι πρώτα στον αείμνηστο Δημήτρη Χατζησιδέρη, αγρότη στο επάγγελμα αλλά εγγράμματο, απόφοιτο του παλιού γυμνασίου. Ασχολήθηκε πολύ με το Κάψιμο του Κορωπίου. Ολοκλήρωσε το σχετικό του πόνημα τρεις ημέρες πριν αποδημήσει και μάλιστα με κάλεσε στο τηλέφωνο και μου ανήγγειλε, ότι «αποπεράτωσα τη συγγραφή του βιβλίου». Έτσι ομιλούσε συνήθως, στην απλή καθαρεύουσα . Η επικοινωνία μας, τηλεφωνικά, ήταν περίπου κάθε δεύτερο ή τρίτο βράδυ. Τα θέματα : κυρίως για το Κάψιμο του Κορωπίου και τις επικρατούσες τότε κοινωνικοπολιτικές καταστάσεις. 

Ήταν ο νεαρός που από μπροστά του πέρασε το γερμανικό όχημα απόγευμα της 8ης Οκτωβρίου 1944 και στη συνέχεια μετά από 400 περίπου μέτρα άκουσε τους πυροβολισμούς. Ο Δημήτρης Χατζησιδέρης ασχολήθηκε με τα γεγονότα για πολλά χρόνια. Είχε επισκεφθεί βιβλιοθήκες και αρχεία των Αθηνών. Είχε διεισδύσει στα θέματα σε βάθος, γιατί είχε την ικανότητα αυτή και μάλιστα χωρίς να χαριτολογώ, του έλεγα ότι «αν είχατε συνεχίσει τις σπουδές σας, ίσως είχατε εξελιχθεί σε ένα διακεκριμένο επιστήμονα». Εκείνος γελούσε και αντιμετώπιζε τα λόγια μου, με ταπεινοφροσύνη. 

Εκείνο, που μας είχε εντυπωσιάσει, ήταν η προσέγγισή του, ως προς το κόστος των γερμανικών εγκλημάτων στο Κορωπί, πέραν και πρωτίστως από τις ανθρώπινες ζωές. Έλεγε λοιπόν:
 «Η καταστροφή ενός σπιτιού δεν είναι ένα μικρό πράγμα. Ίσως θα έπρεπε ένας μηχανικός να υπολογίσει σε σημερινά χρήματα, πόσο στοίχιζε η κατασκευή ενός σπιτιού τότε , αν λάβουμε υπόψη ότι για να κτιζόταν ένα σπίτι θα έπρεπε να κουβαλήσουν αμέτρητα κάρα άμμο και πέτρες από μέρη εκτός Κορωπίου, χωρίς κατά διάνοια να υπάρχουν τα σημερινά μέσα. Εκτός τούτου, τα έπιπλα, τα υφαντά και γενικά τα οικογενειακά αρχεία και κειμήλια, με τι κόπο, θυσίες και χρήμα είχαν αποκτηθεί. Όλα αυτά πως αποτιμώνται;» 

Αυτός ήταν ο Δημήτρης Χατζησιδέρης, ένας ευγενής, υπερήφανος και με δωρική έκφραση άνδρας προς το τέλος της όγδοης δεκαετίας της ζωής του. Αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα υγείας και ποτέ δεν έδωσε το δικαίωμα να τον συμπονέσουν. 



Αντώνης Λουκάς 

Τον επισκεφθήκαμε στο κτήμα του στην περιοχή του Αγίου Νικολάου. Εκεί συνήθως υποδεχόταν συχνά τους φίλους του και τους φιλοξενούσε, σύμφωνα με τα Κορωπιώτικα έθιμα. Ο Αντώνης Λουκάς ήταν ένας χείμαρρος πληροφοριών και ενημέρωσης για ιστορικά συμβάντα κατά την Κατοχή. Οι τέσσερις ώρες δεν ήσαν αρκετές να μας εξιστορήσει όλα όσα έζησε από μικρός, σχετικά με τους Γερμανούς. 

Είχε τη τύχη ή ατυχία να επισκέπτεται μαζί με τον παππού του τη μητέρα του στην φυλακή, που την είχαν κλείσει οι Γερμανοί, επειδή είχε διασώσει έναν Άγγλο πιλότο, μετά την κατάρριψη του αεροσκάφους του. 

Όμως ήταν έντονη και η ανάμνησή του από την αναχώρηση των Γερμανών την 8η Οκτωβρίου 1944: 

«Ήταν απόγευμα και από την οδό Νικ. Κώνστα, ξεπρόβαλε στη λεωφόρο Βασ. Κωνσταντίνου, το αυτοκίνητο των Γερμανών, το οποίο έστριψε αριστερά με κατεύθυνση προς τη Φούσια. Εμείς είμαστε συγκεντρωμένοι απέναντι έξω από το μαγαζί μας. Το φορτηγό σταμάτησε και ο επικεφαλής Γερμανός, γνωστός του πατέρα μου, τον αποχαιρέτησε και του είπε να πάνε να πάρουνε τα μουλάρια, που άφησαν στο Παρατηρητήριο, πάνω στον Υμηττό.» 



Χρήστος Αγγελής 

Ο αείμνηστος Χρήστος Αγγελής, ένας άνθρωπος σεμνός, χαμηλών τόνων, πάντα με χαμόγελο και ευγένεια, μας υποδέχθηκε στο σπίτι του, δίπλα στο τζάκι. Μας διηγήθηκε ό,τι βίωσε μικρός, από τα θλιβερά αυτά γεγονότα. Η μαρτυρία του εντυπωσιακή. Είδε τους ελασίτες να αφήνουν με βιασύνη το σπίτι του Γιάννη Κοτζιά, στο οποίο ήταν και αυτός, και με την είδηση ότι έρχονται οι Γερμανοί, έτρεξαν να στήσουν ενέδρα λίγο πιο πέρα. Στη συνέχεια είδε το φορτηγό με τους Γερμανούς να περνά από μπροστά του καθισμένος στο παράθυρο. 

Το πιο δραματικό είναι την επομένη, που δύο Γερμανοί μπήκαν στο σπίτι του και είπαν στην έγκυο μητέρα του «παρτί», δηλαδή «φύγετε» και όταν η μητέρα του διαμαρτυρήθηκε, δείχνοντας τη κοιλιά της και το μικρό παιδί της , ο Γερμανός της πρότεινε το όπλο του. 

Ο Χρήστος Αγγελής αναχώρησε από τον μάταιο τούτο κόσμο, για να συναντήσει το αδικοσκοτωμένο σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα παιδί του και την σύζυγό του. 



Φωτεινή Βλάχου 

Η αείμνηστη Φωτεινή Βλάχου, μία ωραία και εξαιρετική στον χαρακτήρα γυναίκα, με σημάδια πόνου στο πρόσωπό της από τον πρόσφατο χαμό του παιδιού της, μας υποδέχθηκε στην οικία της όταν επισκεφθήκαμε τον σύζυγό της κ. Χρήστο Βλάχο, για λήψη μαρτυρίας από τα γεγονότα που είχε βιώσει. Παράλληλα με τις αφηγήσεις του συζύγου της, μας ενημέρωσε και εκείνη με τη σειρά της. 

Συγκρατήσαμε με ιδιαίτερη συγκίνηση, κατά την αφήγησή της, το γεγονός του πατέρα, που ανέβαινε με το παιδί στο βουνό του Αγίου Νικολάου, για να σωθούν από τα πυρά των Γερμανών όπως και οι υπόλοιποι κάτοικοι. Όμως μία σφαίρα βρήκε το παιδί και το σκότωσε. Ο πατέρας συντετριμμένος ξάπλωσε το παιδί στο έδαφος, το φίλησε, έβγαλε το σακάκι του και το σκέπασε και στη συνέχεια συνέχισε τον ανήφορο... 

Είναι προφανές ότι ο πόνος της Φωτεινής για την απώλεια του παιδιού της ήταν αβάστακτος και πολύ πιθανόν να ήταν η αιτία που έφυγε και η ίδια πρόωρα. Όμως η φιλοξενία της, δίπλα στο τζάκι, ήταν εξαίρετη και σε καμία περίπτωση δεν μας άφησε να αισθανθούμε άβολα. 

Αντώνης Θεοχάρης 

Ο αείμνηστος Αντώνης Θεοχάρης αφηγείται: «την Κυριακή πρωί,είμαστε με τον πατέρα μου στο περιβόλι και βγάζαμε παντζάρια. Εκεί πέρασε μία ομάδα από Ελασίτες, περίπου 35 άτομα, με επικεφαλής τον καπετάν Παρνασσό. Χαιρέτισαν τον πατέρα μου και όταν τους ρώτησε «που πάτε», απάντησαν «πάμε να συλλάβουμε τους Γερμανούς που θα κατέβουν από τον Υμηττό και στη συνέχεια θα κάνουμε παρέλαση». 

«Το πρωί της Δευτέρας, ξυπνήσαμε από τους πυροβολισμούς. Οι Γερμανοί ερχόντουσαν από τη Φούσα προς το λόφο της Δεξαμενής και όποιον συναντούσαν τον σκότωναν και έκαιγαν σπίτια». 

«Είδα τον Σπύρο Θεοχάρη, ηλικίας 14 ετών να πέφτει από τα πυρά. Ο Σπύρος βογκούσε και μου ζητούσε νερό. Οι Γερμανοί πιο πέρα σκότωσαν και τη γιαγιά του Τσόρδα. Τελικά οι πυροβολισμοί σταμάτησαν το μεσημέρι». 

Ο Αντώνης μας ανέφερε και άλλα πολλά, όπως τα είδε και τα βίωσε. Παράλληλα μας υποδέχθηκε με μεγάλη χαρά, γιατί είχαμε χρόνια να ιδωθούμε και δεν ήξερε τι να μας πρωτοκεράσει. Πάντα με το χαμόγελο. 



Αθανάσιος Σοφρώνης 

Ο Αθανάσιος Σοφρώνης, όπως τον θυμόμαστε, ένα σοβαρό άτομο, με λίγα λόγια, έχαιρε εκτιμήσεως από τους συντοπίτες του. 

Ο ανωτέρω ανέφερε πολλά γεγονότα και ιστορικά στοιχεία από την Κατοχή, που αξίζουν μελέτης. Το γεγονός ότι ο πατέρας του διατηρούσε ταβέρνα επί του κεντρικού δρόμου, υπήρξε καθοριστικός παράγων, για τον μικρό τότε Θανάση, να προσλάβει αρκετές ενδιαφέρουσες παραστάσεις, από την καθημερινότητα και να τις διατηρήσει ακέραιες μέχρι το τέλος της ζωής του. 

Για την οικονομία του χώρου θα αναφερθούμε, μόνο σε επί μέρους τέσσερα περιστατικά, όπως τα βίωσε ο μικρός Θανάσης σε ηλικία 14 ετών: 

«-Από το πρωί της 8 Οκτωβρίου '44, άτομα από τον αριστερό χώρο με ντουντούκες περνούσαν από τις γειτονιές και ενημέρωναν ότι θα πραγματοποιηθεί παρέλαση στο χωριό με αιχμαλώτους Γερμανούς, που έφευγαν και μας καλούσαν να συμμετάσχουμε. 

-Ευρισκόμενος με άλλους φίλους στο ύψος της Λεωφ. Βασιλέως Κωνσταντίνου (εκεί που είναι σήμερα άνθη-φυτά –τροφές-Κώνστα), είδαμε δύο άτομα να κρατούν ένα ταμπλό, που απεικόνιζε ένα Έλληνα να προσπαθεί να μαχαιρώσει ένα πεσμένο Γερμανό. 

-Περίπου στις 1900, είμαστε στο ύψος της λεωφ. Βασ. Κωνσταντίνου και οδού Κοντζιά, όταν πέρασε ένα γερμανικό καμιόνι, προς Αθήνα, με στρατιώτες να χαιρετούν τον κόσμο. Μετά από λίγο ακούσαμε πυροβολισμούς. 

-Την άλλη μέρα το πρωί ο πατέρας μου κλεισμένος στην ταβέρνα παρατηρούσε από μία σχισμή της μεγάλης ξύλινης πόρτας, τους Γερμανούς στο καμπαναριό της Αναλήψεως να πολυβολούν συνεχώς. Κάποια στιγμή βλέπει να πετάγεται ο Δημητράκης Στεργίου με πιτζάμες και να ομιλεί με τους Γερμανούς, που πήγαν να βάλουν φωτιά στο σπίτι του. Αμέσως μετά βλέπει τον επικεφαλής Γερμανό να ρίχνει δύο φωτοβολίδες, πράσινες και στη συνέχεια τους Γερμανούς να αποχωρούν βόρεια του χωριού». 



Γεώργιος Παύλου 

Κατά την αφήγησή του ανέφερε πολλά, πλην όμως επισήμανε ότι τα περισσότερα τα πληροφορήθηκε από άλλους. Εκείνο που άκουσε ο ίδιος, ήταν οι πυροβολισμοί, το βράδυ της 8 Οκτωβρίου που προήρχοντο από τη περιοχή του σημερινού Κέντρου Υγείας και τους γειτόνους, που πανικόβλητοι φώναζαν να φύγουμε, γιατί ελασίτες έστησαν καρτέρι, πυροβολώντας τους Γερμανούς. 

Εκείνο που ήταν δραματικό, ήταν το γεγονός που μας αφηγήθηκε, όταν το μεσημέρι της 9 Οκτωβρίου. επέστρεψε και είδε τον ξάδελφό του Χρήστο Παύλου, νεκρό. Τον πήρε «σβάρνα», όπως μας ανέφερε και τον έβαλε σπίτι. Το δικό του σπίτι δεν το είχαν κάψει οι Γερμανοί, όμως είχαν τουφεκίσει 2 ή 3 πρόβατα, που τα είχαν στο χαγιάτι.


Εκφράζουμε για άλλη μία φορά τον σεβασμό μας προς τους ανωτέρω, τη θλίψη μας για την απώλεια των και ας είναι οι ψυχές των αναπαυμένες και γαλήνιες στον επουράνιο κόσμο των Δικαίων.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε να σχολιάζετε μέσα στα πλαίσια της ευπρέπειας. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο δεν θα δημοσιεύονται.