"Η δικαστική διερεύνηση των ατομικών αξιώσεων και η αξία της για την παραγωγή ενός ιστορικού λόγου για την Κατοχή"
Δικηγόρου
Πολλές φορές, όταν βρισκόμαστε με κόσμο στις εκδηλώσεις που μιλάμε, ή όταν βρισκόμαστε με εκπροσώπους του τύπου , εύλογα μας κάνουν την ερώτηση « μα 70 χρόνια μετά και τώρα πρέπει να γίνει η τεκμηρίωση του Ελληνικού Ολοκαυτώματος ;» .
Δεν έχουν άδικο. Θα πρέπει να τους δοθεί όμως μια απάντηση, η οποία, με όση μετριοπάθεια και αν διατυπωθεί, θα είναι πάντα δυσάρεστη.
Στη μεταπολεμική Ευρώπη έγιναν πολλές δίκες για να τιμωρηθούν οι ναζί εγκληματίες πολέμου και οι συνεργάτες τους. Σε όσες χώρες διαλευκάνθηκε δικαστικά σε βάθος η περίοδος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, τόσο περισσότερα στοιχεία έχουμε για τα εγκλήματα .
Προέκυψαν, λοιπόν και στοιχεία για τις καταστροφές, για τα θύματα και για τους θύτες , για τον απλούστατο λόγο ότι αλλιώς δεν μπορούσε να συνταχτεί κατηγορητήριο. Κι όσο πιο βαθιά δικαστική έρευνα έγινε, τόσο περισσότερα στοιχεία συλλέχθηκαν, από τα οποία οι ιστορικοί μπόρεσαν να ανασυνθέσουν μια ολόκληρη χρονική περίοδο.
Στην πατρίδα μας, αμέσως μετά την απελευθέρωσή της από τους κατακτητές, το αίτημα για την τιμωρία των εγκληματιών πολέμου και των συνεργατών τους ήταν σχεδόν ομόφωνο και πάνδημο. Το ίδιο και το αίτημα για την επανορθωτική αποκατάσταση των καταστροφών στις υποδομές και την εύλογη αποζημίωση των θυμάτων της θηριωδίας.
Από τη Δημόσια Διοίκηση θα καταβληθεί μία τιτάνια προσπάθεια. Μερίδα ιστορικών υποστηρίζει ότι υπό την καθοδήγηση του Κωνσταντίνου Δοξιάδη υπήρχε πυρήνας φοιτητών και δημοσίων υπαλλήλων που κατέγραφε την καταστροφή και την τεκμηρίωνε με αποδεικτικά στοιχεία και ντοκουμέντα από τις πρώτες κιόλας ημέρες της Κατοχής. Έτσι, αμέσως μετά τον πόλεμο, 1945-1947, το τεκμηριωτικό υλικό για τις υποδομές παρουσιάζεται εντυπωσιακό. Το γνωστό, τετράγλωσσο, εντυπωσιακό λεύκωμα του Κωνσταντίνου Δοξιάδη «Αι θυσίαι της Ελλάδος στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο» δεν είναι το μοναδικό προϊόν αυτής της εργασίας. Είναι η επιτομή της.
Δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι η συντετριμμένη Πατρίδα μας κατάφερε να παρουσιάσει το 1945 στη Διάσκεψη των Παρισίων υπόμνημα και φάκελο που τεκμηρίωσαν αξιώσεις 7,181 δισεκατομμυρίων δολαρίων αγοραστικής αξίας 1938 , οι οποίες και καταγράφηκαν στον τελικό πίνακα ζημιών, βάσει των οποίων προέκυψαν τα ποσοστά κατανομής των επανορθωτικών αξιώσεων της Ελλάδος στη Σύμβαση του 1946.
Αργότερα, και μέχρι το τέλος του έτους 1947 θα κυκλοφορήσουν σειρές από εκθέσεις, οι οποίες αποκαλύπτουν μια εργωδέστατη προσπάθεια. Οι πιο γνωστές είναι η έκθεση «Ζημίαι των Αρχαιοτήτων», έκθεση του Υπουργείου Παιδείας, η έκδοση «Καταστραφείσαι Πόλεις και Χωρία της Ελλάδος» , έκδοση της Διεύθυνσης Συντονισμού του Υπουργείου Κοινωνικής Προνοίας, με επιμέλεια Δημ. Χ. Καραδήμα, μετά του παραστατικού χάρτη που απεικονίζει τα 1.170καταστραφέντα χωριά και πόλεις, κατά τη διάρκεια της Κατοχής, Λεύκωμα του Αρχαιολογικού Μουσείου, αλλά και σειρά ολόκληρη εκδόσεων του Υφυπουργείου Ανοικοδομήσεως με επιμέλεια Κωνσταντίνου Δοξιάδη.
Για την τιμωρία των εγκληματιών πολέμου, των συνεργατών των κατοχικών στρατευμάτων και την αποζημίωση των θυμάτων δεν θα επιδειχθεί η ίδια επιμέλεια.
Αν και στις 4.6.1945 δημοσιεύεται ο Αναγκαστικός Νόμος 384/1945 (ΦΕΚ Α΄ 145/1945) «Περί συστάσεως Ελληνικού Εθνικού Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου» ο οποίος σε 32 άρθρα όριζε τα εγκλήματα πολέμου, και ίδρυε το Ελληνικό Εθνικό Γραφείο Εγκλημάτων Πολέμου. Ο νόμος αυτός θα τροποποιηθεί την 8.10.1945 με τη Συντακτική Πράξη 73/1945 (ΦΕΚ 250/1945), και θα ξανατροποποιηθεί την 31.12.1945 με τη Συντακτική Πράξη 90/1945 ( ΦΕΚ Α΄322/1945). Με βάση αυτό το νομικό πλαίσιο συστήθηκε στην Κεντρική Επιτροπή του Ελληνικού Εθνικού Γραφείου Εγκλημάτων Πολέμου τριμελές δικαστικό συμβούλιο, το οποίο ανέλαβε να ερευνήσει όλες τις καταγγελίες που έγιναν σχετικά, όχι μόνο με τα θύματα αλλά και τις ζημιές τις οποίες υπέστη όλη η Ελλάδα.
Η εξέλιξη, όμως, στις ελληνογερμανικές σχέσεις, η επιθυμία της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας να αναθερμάνει τις διμερείς εμπορικές σχέσεις, αλλά και της Γερμανίας να έχει πρόσβαση στις ελληνικές πρώτες ύλες, θα δημιουργήσουν ένα πλέγμα, το οποίο, εν τέλει, μέχρι το 1960 θα εξελιχθεί πολύ ευνοϊκά για τους εγκληματίες πολέμου. Το νομικό πλαίσιο θα γίνεται συνεχώς και ευνοϊκότερο, και μόνο 13 ναζί εγκληματίες θα αντιμετωπίσουν τη Δικαιοσύνη. Από αυτούς 3 θα καταδικαστούν σε θάνατο, στρατηγοί Μύλλερ και Μπρόγιερ και ο επιλοχίας Σούμπερτ.
Με το ν.δ. 4016, ΦΕΚ Α237-3/11/1959, αναστέλλονται οι διώξεις κατά Γερμανών υπηκόων φερόμενων ως εγκληματιών πολέμου και οι δικογραφίες αποστέλλονται στις Γερμανικές δικαστικές αρχές. Η δίωξη των εγκληματιών πολέμου ανατίθεται στις Γερμανικές Αρχές. Στις αρμόδιες γερμανικές αρχές ανατίθεται και η εκτέλεση ποινών φυλάκισης, ενώ καταργείται ως χωριστή υπηρεσία το Ελληνικό Εθνικό Γραφείο Εγκληματιών Πολέμου. Το νομοθέτημα αυτό οδήγησε στην αποφυλάκιση και στην απέλαση του Μαξ Μέρτεν, που είχε καταδικαστεί σε κατά συγχώνευση κάθειρξη 25 ετών .
Από τις 850 δικογραφίες που εστάλησαν στη Γερμανία οι περισσότερες θα κλείσουν μετά από «προανακρίσεις» που θα κρατήσουν έως και 20 έτη. Σε κάποιες περιπτώσεις οι εγκληματίες θα απαλλαγούν με βούλευμα. Κανένας δεν θα οδηγηθεί στο Δικαστήριο.
Αυτό θα έχει τεράστια επίπτωση στην καταγραφή των ζημιών των ιδιωτών. Θα μείνει ελλειμματική στο επίπεδο του 1959 ή και παλαιότερα. Σε πολλές περιπτώσεις η αποστολή του φακέλου στη Γερμανία θα σημάνει και το κλείσιμο, μέσα στο μετεμφυλιακό κράτος , της έρευνας για πολλές δεκαετίες. Η ιστορική φιλολογία θα ασχοληθεί κυρίως με τον Εμφύλιο, αργότερα με την Εθνική Αντίσταση , ελάχιστα με την κατοχή και σχεδόν καθόλου με την καταγραφή της θηριωδίας.
Η στροφή και η τοποθέτηση των δικαιωμάτων του μέσου καθημερινού ανθρώπου στο ιστορικό φόντο θα γίνει μετά την άσκηση αγωγών κατά της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας τη δεκαετία του 1995, με πρωτοπόρο τον αείμνηστο Ιωάννη Σταμούλη.
Καθοδηγούμενος από την ανάγκη δικονομικής πληρότητας θα ζητήσει από τους πολίτες της Βοιωτίας αρχικά να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο, απαντώντας σε συγκεκριμένες ερωτήσεις και καταγράφοντας ταυτόχρονα, ο καθένας την προσωπική του ιστορία ή εκείνη της ευρύτερης οικογένειάς του.
Η ιδία αυτή ανάγκη θα συντελέσει ώστε να συλλεγεί από κάθε Νομαρχία, που προχώρησε –ακολουθώντας το παράδειγμα της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Βοιωτίας- στην άσκηση ή την υποστήριξη άσκησης αγωγής, ένας τεράστιος όγκος αποδεικτικού υλικού.
Η αυστηρότητα της ελληνικής πολιτικής δικονομίας περί του ορισμένου της αγωγής, θα έχει ως αποτέλεσμα κάθε μία από τις 70.000 αγωγές, που θα κατατεθούν σε 50 από τα 63 Πρωτοδικεία της Χώρας, να είναι και μία ξεχωριστή μελέτη μικροϊστορίας επάνω στη θηριωδία, αλλά και στην ταλαιπωρία του Έλληνα της διπλανής πόρτας από τα ναζιστικά στρατεύματα.
Η απόφαση του ΑΕΔ 6/2002 θα οδηγήσει τη μεγαλύτερη πλειοψηφία των αγωγών που εκκρεμούσαν ενώπιον των ελληνικών δικατηρίων σε ματαίωση. Αν και θα υπάρξει έναυσμα για τη στροφή της ιστορικής μελέτης στην περιγραφή της θηριωδίας , με τη ματαίωση των υποθέσεων θα χαθεί μια ιστορική ευκαιρία για τη διαλεύκανση της καταστροφής με τον αμείλικτο τρόπο της δικαστικής διερεύνησης.
Η προσπάθεια, επομένως, που καταβάλλεται για να εκτελεστούν οι τελεσίδικες αποφάσεις κατά της Γερμανίας, να επανασυζητηθούν οι ματαιωμένες αγωγές, επιδιώκοντας τη μεταστροφή της νομολογίας των ελληνικών δικαστηρίων, δεν αποσκοπεί μόνο στην οικονομική ικανοποίηση των θυμάτων.
Δεν είναι διάθεση χρηματοθηρίας. Αποσκοπεί στην Αλήθεια. Αποσκοπεί, κυρίως, στη διερεύνηση των συνθηκών που συνέθεσαν την τραγωδία του Ελληνικού Ολοκαυτώματος. Η δημοσίευσις είναι η ψυχή της Δικαιοσύνης και η Δικαιοσύνη είναι η πιο παιδαγωγική λειτουργία της Δημοκρατίας . Από μια τέτοια διαδικασία το αποτέλεσμα που μπορεί να παραχθεί μόνο ένα μπορεί να είναι, η πλήρης αποδόμηση του ναζιστικού φαινομένου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παρακαλούμε να σχολιάζετε μέσα στα πλαίσια της ευπρέπειας. Σχόλια με υβριστικό περιεχόμενο δεν θα δημοσιεύονται.